Κώστας Βαϊούλης

Τέχνη, Παράδοση και …πύργος της αντιΒαβέλ!

«Οι Έλληνες, για να πάνε μπροστά, πρέπει να κοιτάζουν πίσω».

Δημήτριος Καμπούρογλου, 1852-1942 λογοτέχνης, ποιητής και Ακαδημαϊκός.

Παρατηρώντας κάποιος το κατασκεύασμα που ύψωσε αντί δέντρου ο δήμαρχος Ιωαννίνων (πόλη επίκεντρο των μαστόρων της πέτρας και του αργυρού κοσμήματος, στην οποία όχι απλά διασώζεται η Παράδοση, αλλά υπενθυμίζει διαρκώς την παρουσία της, τόσο μέσα από την αρχιτεκτονική γραμμή των κτιρίων όσο και από την ζωή στις ορεινές κοινότητες) δικαιολογημένα αισθάνεται αγανάκτηση αλλά και θίγεται βαθύτατα από τα όσα δημόσια και προκλητικά υπεύθυνοι και θεσμικοί ηγήτορες δήλωσαν για να υπερασπιστούν το «έργο» τους.

Συγκεκριμένα ο Κοσμήτορας της Σχολής Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Ξενοφών Μπήτσικας είπε για το πολυσυζητημένο Χριστουγεννιάτικο Δέντρο: «Προσεγγίσαμε την πρόσκληση με μια καλλιτεχνική πρόταση στην πλατεία των Ιωαννίνων και συγκεκριμένα την καλλιτεχνική ερμηνεία μιας πολύ σημαντικής φόρμας στη Ιστορία της Τέχνης του 20ου αι., όπως είναι πύργος του Τάτλιν(!).

Ο Πύργος του Τατλίν
Ο Βλαντιμίρ Τάτλιν (Δεκέμβριος 1885 – Μάϊος 1953) ήταν Ρώσος ζωγράφος και αρχιτέκτων. Μαζί με τον Καζιμίρ Μάλεβιτς ήταν από τους προβεβλημένους εκπροσώπους της avant-garde κινήματος τέχνης τα πρώτα χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης στη δεκαετία του 1920, ενώ ο ίδιος θεωρείται και μείζων καλλιτέχνης στο κίνημα του Κονστρουκτιβισμού. Όλα αυτά βεβαίως πριν «πλακώσει» η λαίλαπα της σταλινικής μπότας του «σοσιαλιστικού ρεαλισμού». Η ανάθεση σε αυτόν από τους Μπολσεβίκους συντρόφους του έγινε το 1919 αλλά το Μνημείο – μια εντυπωσιακή κατασκευή (γραφεία της Κομιντέρν αλλά και μνημείο) που θα ένωνε τις δύο όχθες του ποταμού Νέβα στο σοβιετικό Λένινγκραντ ( στη σημερινή Αγία Πετρούπολη) έμεινε στα σχέδια…
Το «Μνημείο της Τρίτης Διεθνούς», ή αλλιώς «Πύργος του Τάτλιν», ένα οικοδόμημα με τη μορφή της σπείρας που στρέφεται προς τα πάνω φτιαγμένο από μέταλλο και γυαλί. Το «έργο» υποτίθεται ότι αναπαριστά τη σπειροειδή εξέλιξη της Ιστορίας.
Ο πύργος του Τάτλιν ήταν μια αντιΒαβέλ, ένας πύργος γύρω από τον οποίο οι λαοί, παρά τις διαφορετικές γλώσσες θα μπορούσαν να συνεννοηθούν. Ο Πύργος είχε σχεδιαστεί ως η «σοσιαλιστική» απάντηση στον Πύργο του Άιφελ (εκείνη την εποχή ιδιαίτερα το ατσάλι ήταν στην μόδα των κατασκευών). Αντίθετα όμως με τον Πύργο του Άιφελ, ο Πύργος του Τάτλιν, θα ήταν ασύμμετρος και άτακτος. Δε θα ήταν σταθερός αλλά τα διάφορα κομμάτια του θα βρισκόταν σε διαρκή περιστροφή γύρω από τον άξονά του. Σκοπός του ήταν να συμβολίσει την επανάσταση και στη μηχανική, αντιπαραθέτοντας τη δημιουργικότητά του με την «συντηρητικότητα» του Πύργου του Άιφελ. Παρά τα φιλόδοξα σχέδια του «καλλιτέχνη» δεν κατασκευάσθηκε ποτέ και παρέμεινε μόνο στα πλαίσια της μακέτας, μία αντιαισθητική και άσχημη πλαγιαστή «σκαλωσιά». Ένας συνεργάτης του Τάτλιν αφηγείται: «Ο Βλαντιμίρ Ιλιτς (Λένιν) μας έκανε δύο ερωτήσεις: πόσα χρήματα θα στοίχιζε η κατασκευή του και αν ήταν από μηχανική άποψη πραγματοποιήσιμη. Αλίμονο, δεν ήμασταν ικανοί να απαντήσουμε σε καμιά απ’ αυτές τις ερωτήσεις (!) ».

Η αναφορά σε ένα έργο τέχνης του παρελθόντος και η επανερμηνεία του αποτελεί συνήθη τακτική στην τέχνη. Η μετάπλαση δεν στοχεύει στην αντιγραφή και τη στείρα επανάληψη, αλλά να προσθέσει μια διαφορετική ερμηνεία ή να αντιπαραβάλλει ένα διαφορετικό σύστημα αναπαράστασης, σύμφωνα με το διαφορετικό πλαίσιο στο οποίο παράγεται».

Από κοντά και ο εκπρόσωπος από το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης ψέλλισε δημοσία τα εξής φληναφήματα: «Επειδή εκφράζουμε την πεποίθηση πως μέσα από την πράξη αυτή θα βγει κερδισμένος ο δύσκολος (sic) διάλογος με την κοινωνία για την εικόνα και τη χρήση του δημοσίου χώρου(!) και παράλληλα θα εξελιχθεί ουσιαστικότερα η προσπάθεια των φοιτητών των Σχολών Καλών Τεχνών να συνδιαλεχθούν με έργα όπως ο Πύργος του Tatlin που για την καινοτόμα αισθητική, τεχνική, φιλοσοφική και λειτουργική αξία του αποτελεί σήμερα μοναδικό κεφάλαιο στην παγκόσμια ιστορία της τέχνης».

Βαυκαλιζόμενοι από την δικιά τους  «πραγματικότητα»-ζώντας μάλλον σε ένα παράλληλο σύμπαν- και επιδαψιλεύοντας τιμές ο ένας στον άλλον, σίγουροι ότι εξεπλήρωσαν το «ιστορικό τους χρέος», είναι βέβαιο ότι αμέσως μετά  επέδραμαν σε κάποια κοντινή χασαποταβέρνα, όπου υπό τους ήχους αντάρτικων του Πάνου Τζαβέλλα έφθασαν σε επαναστατικό οργασμό.

Αν όμως συμπεριφορές «πολιτικού αυτισμού» είναι λίγο πολύ αναμενόμενες από αυτήν την κομματική πλευρά, πώς να δικαιολογήσει κανείς το έκτρωμα που έστησε ο Δήμος Π.Φαλήρου με τον τίτλο «Phylax» ως έμβλημα(!) μάλιστα της πόλης; Ο φύλακας –άγγελος της πόλης απεικονίζεται με κόκκινο χρώμα(!) ενώ είναι παγκοίνως γνωστό πως οι Άγγελοι της Χριστιανοσύνης απεικονίζονται με αγνές ανθρώπινες μορφές και είναι ντυμένοι στα λευκά. Σύμφωνα με το δελτίο τύπου του δήμου, ο γλύπτης φρόντισε για την «καλλιτεχνική» και «αισθητική» εικόνα του έργου (sic) και τον χρωματισμό του σε κόκκινο χρώμα, όπως είχε προτείνει και έγινε αποδεκτό από το δήμαρχο κύριο Διονύση Χατζηδάκη. Το άγαλμα είναι «προσφορά» του εφοπλιστή Μαρτίνου – ο οποίος το 2015 φιλοξενούσε στη βίλα του στο Σούνιο, από τον Ιούνιο έως τον Σεπτέμβριο, τον κ. Τσίπρα και την οικογένειά του.

Ποιό είναι όμως το βιογραφικό του Δ. Χατζηδάκη Δημάρχου Π. Φαλήρου; Το 1965 εισάγεται κατόπιν εξετάσεων στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων. Ακολουθούν 27 χρόνια σταδιοδρομίας στο Πολεμικό Ναυτικό. Κυβερνήτης 3 πολεμικών πλοίων (της Ναρκοθέτιδος Αμβρακία, του Αρματαγωγού Ικαρία και Αντιτορπιλικού Αετός). Υπασπιστής δύο υπουργών Εθνικής Αμύνης (των κ.κ. Τζανή Τζανετάκη και Ιωάννη Βαρβιτσιώτη). Από τον Μάϊο του 1994 και για εννιά έτη διετέλεσε γενικός διευθυντής του πολιτικού γραφείου του πρώην Πρωθυπουργού και Επιτίμου Προέδρου της Ν.Δ. κ. Κ. Μητσοτάκη. Ένα τυπικό παράδειγμα εκπροσώπου της «δεξιάς» με ενοχικά σύνδρομα, άξιου συνεχιστή της “σχολής” Α. Ανδριανόπουλου, που σε κάθε ευκαιρία προστρέχει να ζητήσει εύσημα από τους δήθεν «προοδευτικούς» αγνοώντας επιδεικτικά τις αρχές και την ιστορική διαδρομή της παρατάξεως που εκπροσωπεί. Αποτελεί την συνέχεια μιας αλυσίδας «βλαχοδημάρχων» που μπροστά στο προσωπικό όφελος και για εξυπηρετήσουν στενά ατομικά συμφέροντα, ενσυνείδητα προσφέρουν «γη και ύδωρ» στους επίσης συνειδητούς φορείς της Παρακμής, με μόνο ταπεινό και ευτελές κίνητρο την εξασφάλιση της επανεκλογής τους Πρέπει όμως να υπενθυμισθεί στον δήμαρχο και στους ομοίους του ότι ο Εωσφόρος ενώ ήταν ο πρώτος Άγγελος που δημιουργήθηκε, ο πιο όμορφος και ο πιο ισχυρός από όλους, γκρεμίστηκε από τον Ουρανό (εξ’ ου και «εκπεσών») εξαιτίας της αλαζονείας του,

Όμως οι δηλώσεις των «προθύμων» εκπροσώπων της Παρακμής αλλά και οι πράξεις των Δημάρχων γεννούν τα εξής ερωτήματα:

Τι μπορεί και πρέπει να εκτίθεται στον Δημόσιο χώρο;

Τι πρέπει να συμβολίζει; Τι εκφράζει την Λαϊκή Κοινότητα;

Αυτό που πρέπει-κατ’αρχάς- να ορισθεί είναι πως αντιλαμβανόμαστε την Παράδοση.

Η Παράδοση έχει την δικιά της δυναμική, μια διαρκή κινητικότητα και επανακύκληση, ως κάτι που παραλαμβάνουμε για το οδηγήσουμε πιο μακριά με τις δικές μας ταυτοτικές αλήθειες, ως μία διαχρονική ουσία Ζωής που κάθε φορά βρίσκει νέα ενδύματα, νέους τρόπους αυτοπραγμάτωσης ως το υλικό αποτύπωμα μίας ζώσας συλλογικότητας η οποία καταθέτει την μαρτυρία της στον τόπο και στον χρόνο.

Δεν είναι Παράδοση η στείρα επανάληψη ηθών και εθίμων με φολκλορικό τρόπο, επειδή έτσι παύει να υφίσταται η συλλογικότητα ως ζώσα και ενεργή πραγματικότητα αλλά «μουσιοποιείται» αγγίζοντας τα όρια του κιτς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα βλαχομπαρόκ- πανηγυρτζίδικης αισθητικής οι εκδηλώσεις σωματείων όπως οι ΑΧΕΠΑΝΣ στην Αμερική.

Από την άλλη πλευρά δεν αποτελεί αισθητική και καλλιτεχνική δημιουργία η οποιαδήποτε προσπάθεια που βαφτίζεται «νεωτερισμός», είτε στην συγγραφή βιβλίων είτε σε θεατρικές παραστάσεις είτε σε σκηνοθετικές απόπειρες.

Όλα τα ανωτέρω γίνονται μόνο και μόνο για την αυτάρεσκη αυτό-επιβεβαίωση των ατόμων με πρόθυμους συμπαραστάτες τα πάσης μορφής ΜΜΕ. Το «πρωτότυπο» και το «νέο» απέναντι στο «στερεότυπο» και στο «παλιό» είναι τις περισσότερες φορές πρόχειρα και ανέμπνευστα τερατουργήματα ατάλαντων σαλτιμπάγκων.

Παράδειγμα « ο Δρομέας», ένα αποκρουστικό εξάμβλωμα, που αρχικά τοποθετήθηκε στην πλατεία Ομονοίας στην Αθήνα, κατόπιν κατά την διάρκεια των έργων για το «μετρό» γκρεμίστηκε επειδή ήταν αδύνατον να μεταφερθεί λόγω του τεράστιου όγκου του αλλά και του βάρους του και ξαναχτίσθηκε(!) απέναντι από το Hilton, το οποίο όχι μόνο δεν δίνει μια «αέρινη» αίσθηση-όπως διατεινόταν ο δημιουργός του- αλλά στέκεται απειλητικά πάνω από τους διαβάτες και έτσι αντί να δίνει μία εναλλακτική αισθητική, αντί να μεταφέρει τον θεατή σε μία παράλληλη εν δυνάμει πραγματικότητα απέναντι στην ασχήμια της πόλης και της ζωής, επιβάλλει με τον πιο εμβληματικό τρόπο το χάος της εχθρικής μεγαλούπολης.

Παράδειγμα τοπικό: Στην είσοδο της Λάρισας από Κοζάνη, υπάρχει σε ένα -εκ των υστέρων τοποθετημένο- βάθρο το σύμβολο της πόλης: το άλογο.

Ένα ανοσιούργημα που παριστάνει(!) το βασανισμένο από τη δουλειά του κάμπου άλογο το οποίο επιστρέφει από την κοπιαστική εργασία.

Ένα άλογο είλωτας σε μία πόλη ειλώτων;

Δεν θεωρήθηκε πρέπον και “politically correct” να στηθεί ένα ρωμαλέο άτι που να κοιτά περήφανα τους επισκέπτες και να τους μεταδίδει το μήνυμα ότι εισέρχονται σε μία πόλη με Ταυτότητα, όπου η κοινότητά της είναι ενωμένη για να την υπερασπιστεί με σφρίγος και δυναμισμό αλλά και  έτοιμη να αναμετρηθεί με τις προκλήσεις των καιρών.

Στο παρελθόν και σε αντίστοιχους χαλεπούς καιρούς, οι Κοινότητες των Ελλήνων ανέδειξαν πρωτοπόρους δημιουργούς, οι οποίο ακουμπώντας με σεβασμό στους θησαυρούς που παρέλαβαν, συνεισέφεραν με τόλμη και γενναιότητα αλλά και πραγματικό ταλέντο στην διαμόρφωση του νεο-ελληνικού πολιτισμού, εμπνέοντας και επηρεάζοντας τόσο το καλλιτεχνικό όσο και το πολιτικό -με την ευρεία έννοια- γίγνεσθαι. Αυτοί οι αληθινοί δημιουργοί συνδιαλέχθηκαν με την Παράδοση και δημιούργησαν ατομικά θαύματα όπως ο Ν. Εγγονόπουλος. Ο υπερ-ρεαλισμός όμως του Εγγονόπουλου υπήρξε βαθιά Ελληνικός, όχι μόνον ως θεματολογία αλλά και ως μήνυμα- εμποτισμένος με την Ιθαγένεια προσδίδοντας στην ελληνικότητα μία άλλη καλοδεχούμενη αισθητική διάσταση προσφέροντας έτσι το ποθούμενον: τον εκσυγχρονισμένο της Παράδοσης με διάφορες τεχνοτροπίες. Έτσι ορίζεται η Παράδοση: ο τρόπος που μια κοινότητα Θεσσαλική, Μακεδονική, Ηπειρώτικη, Νησιώτικη θεάται τον εαυτό της και αυτό-νοηματοδοτείται μέσα από την ενεργό συμμετοχή των μελών της σε μία ζώσα συλλογική πραγματικότητα που οδηγεί στην οικοδόμηση αλλά και την ανανέωση της Ταυτότητας της, φροντίζοντας ώστε το υλικό αποτύπωμα της να αποτελεί δημιουργική και αισθητική μαρτυρία στον Χρόνο και όχι  φολκλορική αναπαράσταση ή ατομική ονείρωξη.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Μακεδονίτικη αρχιτεκτονική, η οποία όχι μόνο μας συγκινεί συναισθηματικά αλλά κυρίως μας προ(σ)καλεί  δημιουργικά  να την ακολουθήσουμε. Η Παράδοση μας λέει ότι υπάρχουν Αλήθειες αρχαίες όσο ο Χρόνος και φρέσκιες όπως το καινούργιο ξημέρωμα. Αλήθειες που αποτυπώνονται με νέες μορφές σε καινούργια σχήματα.

Τέτοια περίπτωση στα καθ΄ημάς αποτελεί η περίοδος των Χριστουγέννων.

Ανεξάρτητα αν κάποιος είναι ή δεν είναι «θρησκευόμενος», όλοι γνωρίζουμε ότι τα Χριστούγεννα και το δωδεκαήμερο που ακολουθεί είναι ιδιαίτερος χρόνος πέρα από τη «χρυσόσκονη» του καταναλωτισμού και την «αναγκαστική» χαρά που την συνοδεύει. Οι μέρες αυτές σηματοδοτούν τον νέο κύκλο σε προσωπικό αλλά και σε συλλογικό επίπεδο. Μέρες όπου το αρχέγονο σκοτάδι γύρω μας αλλά και μέσα μας υποχωρεί και διασκορπίζεται από το νεογέννητο Φως. Το μήνυμα του χειμερινού ηλιοστασίου με τις πυρές να γιγαντώνονται «στο κέντρο του χωριού» της Λαϊκής Κοινότητας, είναι όμοιο με το μήνυμα που εκπέμπει η εικόνα των Μάγων= Αρίστων και των Ποιμένων= Κοινότητα που προσκυνούν τον Ενσαρκωθέντα Λόγο.

Αυτό το μήνυμα πρέπει δημόσια να εκφράζεται αυτές τις ημέρες. Μήνυμα ενότητας και βελτιοδοξίας. Κι αν ζούμε σε δύσκολους καιρούς υπάρχει η απάντηση και αυτή είναι μπροστά μας, δίπλα μας: Μια ματιά στην Ελληνική Φύση με τα χρώματα και το μοναδικό της φως και μια ματιά στην Ελληνική Γραμμή αρκούν για να δώσουν την πολυπόθητη λύση. Δυνάμεις εσώτερες έχει ο Ελληνισμός,

Βούληση και ορθή καθοδήγηση χρειάζεται.

«Ένα άλλο βράδυ τον άκουσα να κλαίει δίπλα. Χτύπησα την πόρτα και μπήκα. Μου ‘δειξε πάνω στο κομοδίνο ένα μικρό ξύλινο σταυρό. «Είδες – μου λέει – γεννήθηκε η ευσπλαχνία». Έσκυψα τότε το κεφάλι κι έκλαψα κι εγώ.

Γιατί θα περνούσαν αιώνες και αιώνες και δε θα ‘χαμε να πούμε τίποτα ωραιότερο απ’ αυτό». Τάσος Λειβαδίτης «Η Γέννηση»

Κωνσταντίνος Βαϊούλης

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις
Ετικέτες