Εύη Μποτσαροπούλου
Πόσο εύκολα θα ξαναζήσουμε σε κοινή θέα;
Της Εύης Μποτσαροπούλου
Παρίσι, πολλά χρόνια πριν, διαδρομή με το μετρό, ποτέ δεν μου άρεσε το μετρό… σου στερεί την οπτική της διαδρομής… αυτή τη θέα στην πόλη, και ξαφνικά η γραμμή υπεργειώνεται αρκετά μέτρα από το έδαφος· δεν θυμάμαι την περιοχή, το μόνο που θυμάμαι είναι να είμαι κολλημένη στο παράθυρο για να προλάβω να δω μέσα από τα παράθυρα στα σπίτια που περνούσαμε από μπροστά τους και την αίσθηση του ανικανοποίητου λόγω της ταχύτητας που δεν μου επέτρεπε να δω περισσότερα.
Σε εκείνη τη διαδρομή συνειδητοποίησα αυτό που πάντοτε έκανα ασυναίσθητα, να θέλω να δω μέσα από τα παράθυρα. Είχα πάντα μια τεράστια περιέργεια να δω πως και που ζούνε οι άνθρωποι. Το ίδιο με θυμάμαι να κάνω στην περιοχή με τις μονοκατοικίες γύρω από τα Harrods στο Λονδίνο και έχω ακόμη την εικόνα μιας κομψής κατοικίας με δύο παράθυρα, το λαμπατέρ και τους πίνακες· μόνο αυτό φαινόταν… Το ίδιο κάνω πάντα και παντού τελικά, δεν έχει μόνο σχέση με ταξίδια· προσπαθώ να δω.
Όλα αυτά ανασύρθηκαν όταν διάβασα για τις φωτογραφίες του Raphael Metivet που μέσα στην πανδημία φωτογραφίζει φωτισμένα διαμερίσματα κυρίως στο 16ο διαμέρισμα στο Παρίσι, που μετά τον επανασχεδιασμό του πολεοδόμου Οσμάν στις αρχές του 20ου αιώνα, φιλοξενούν την ελίτ της γαλλικής πρωτεύουσας. Περιμένει την «μπλε» ώρα, όταν αρχίζει να σουρουπώνει, λίγο μετά το ηλιοβασίλεμα, τότε που ο ουρανός έχει βαθύ μπλε χρώμα, τότε που ανάβουν τα φώτα. Οι φωτογραφίες του Metivet δημιούργησαν μέσα στην πανδημία ένα πραγματικό φαινόμενο στο Instagram σε ένα συνδυασμό νοσταλγίας για τα ταξίδια και ηδονοβλεπτικής εμπειρίας. Με τον περιορισμό της κυκλοφορίας, την καραντίνα, την τηλεργασία, υπήρξαν οι ιδανικές συνθήκες για το project του Metivet, καθώς τα διαμερίσματα είχαν διαρκώς ζωή, ένα φως αναμμένο. Έδειχναν τον τρόπο που κατοικούνται.
Ο αρχιτέκτονας, πανεπιστημιακός και συγγραφέας Πέτρος Μαρτινίδης, σε μια διάλεξη του που διοργανώθηκε τον Νοέμβριο του 2015 στο ΟΥΗΛ από το Σύλλογο Αρχιτεκτόνων Λάρισας, είχε αναπτύξει το θέμα «Γιατί οι κακοί του σινεμά προτιμούν τη μοντέρνα αρχιτεκτονική;». Σε διάσημες και μη ταινίες διαφόρων εθνικοτήτων, αστυνομικές, κατασκοπικές, θρίλερ και άλλων ειδών, οι σκηνοθέτες τοποθετούν τους κακούς ήρωες σε κατοικίες δείγματα τυπικού μοντερνισμού. Το στατιστικό δείγμα παραείναι υψηλό για να αποδοθεί σε απλή σύμπτωση, έλεγε ο Μαρτινίδης επιχειρώντας μια ψυχαναλυτική προσέγγιση της αισθητικής του «κακού» ανθρώπου…
Τα σπίτια των άλλων και κυρίως οι ζωές των άλλων. Μια αγαπημένη ενασχόληση του ανθρώπου, τόσο παλιά όσο και ο κόσμος. Στην Ελλάδα που μεγαλώσαμε πίσω από κλειστές κουρτίνες, μην τυχόν και μας δουν οι απέναντι, τα ανοιχτά παράθυρα και τα φωτισμένα δωμάτια ακόμη σοκάρουν.
Έχουμε περάσει ώρες στο σπίτι φίλης να αναρωτιόμαστε τι ακριβώς κάνει ο νεαρός στην απέναντι πολυκατοικία που επί εικοσιτετράωρα είναι μόνος, πάντα μόνος, μπροστά σε έναν υπολογιστή. Δεν είναι μόνο η ηδονή της κλειδαρότρυπας, είναι και μια ευρύτερη ανάγκη κοινωνικής αποκωδικοποίησης που σε βοηθά να αντιληφθείς τις πραγματικές συνιστώσες μιας κοινωνίας. Γιατί η κοινωνία δεν περιλαμβάνει μόνο τη δράση στο δημόσιο χώρο, δομείται κυρίως στις ιδιωτικές ζωές και σχέσεις και εν συνεχεία προβάλλεται ή παραμορφώνεται σε δημόσια θέα.
Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έχουμε εξοικειωθεί, κάποιοι εθιστεί, να σκρολάρουμε και να ζουμάρουμε σε εικόνες από τις ζωές των άλλων. Δεν είμαστε μόνο θεατές. Είμαστε και οι πρωταγωνιστές, αυτοί που δημοσιοποιούμε εικόνες από τη ζωή μας, από τα σπίτια μας. Αυτό που επιλέγει όμως κανείς να δημοσιοποιήσει έχει «φίλτρο» και επικοινωνιακή στρατηγική. Έχει μια παραμόρφωση η δημόσια θέα στα social media. Έχει κάτι το ιλουστρασιόν. Δεν προβάλει την πραγματική καθημερινή δράση στο σπίτι μας και στα σπίτια των άλλων.
Το σπίτι στην καθημερινή του δράση είναι κάτι πραγματικά άγνωστο. Και δεν αναφέρομαι στο σπίτι αποκλειστικά με την αρχιτεκτονική και αισθητική προσέγγιση, υπό την οπτική του Μαρτινάκη. Ενώ θεωρώ πως μας δίνει απίστευτες πληροφορίες για κάποιον, άλλωστε πάντα έχω ανάγκη να οπτικοποιώ αυτούς που συναναστρέφομαι στο χώρο τους, η διακόσμηση δεν μπορεί να είναι ο δείκτης της ευτυχίας ή της δυστυχίας του. Διαλυμένες οικογενειακές σχέσεις και δράματα διαδραματίζονται και σε όμορφα σπίτια…
Μετά από ένα χρόνο και κάτι πανδημίας και lockdown η ζωή στο δημόσιο χώρο ήρθε και στριμώχτηκε μέσα στα σπίτια μας. Έγινε και αυτή ιδιωτική ζωή, στην οποία έχουν πρόσβαση μόνο η στενή οικογένεια και ο ακόμη πιο στενός κύκλος φίλων. «Έχει τρομερό ενδιαφέρον ότι ξαφνικά τα μπαλκόνια γίνονται σκηνές και θέατρο. Γίνονται θέσεις είτε για να παίξουμε, είτε για να ακούσουμε» είχε πει ο αρχιτέκτονας, καθηγητής στο ΕΜΠ Ανδρέας Κούρκουλας ένα χρόνο πριν μόλις ξεκίνησε το πρώτο lockdown.
Τα σπίτια μας αποτελούν «δωμάτια» της πόλης. Τα σπίτια και ο δημόσιος χώρος δομούν την έννοια της πόλης. Εδώ και ένα χρόνο ο δημόσιος χώρος εξακολουθεί να υπάρχει αλλά η απαγόρευση της χρήσης του δημιούργησε μια καταθλιπτική ανισορροπία.
Τώρα που είμαστε ένα βήμα πριν την άρση των μέτρων μένει να δούμε πως θα ισορροπήσει ξανά η πόλη. Πως θα «παιχτούν» και πάλι οι δημόσιες ζωές μας… Και αναρωτιέμαι, πόσο εύκολα θα ερημώσουν τα σπίτια μας αυτή τη φορά; Πόσο εύκολα θα ξαναζήσουμε σε κοινή θέα;
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις