Φίλιππος Σαχινίδης
Η ατελής ΟΝΕ και τα αδιέξοδα της ΕΚΤ
Η απόφαση της ΕΚΤ να αυξήσει τα παρεμβατικά επιτόκια κατά 0,5% υπήρξε το αποτέλεσμα συμβιβασμού μεταξύ «γερακιών» και «περιστεριών». Τα «γεράκια» υποστήριξαν ότι η ΕΚΤ με τη δέσμευση της να αυξηθούν τα επιτόκια μόνο αφού ολοκληρωθεί το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων καθυστέρησε να αντιδράσει. Έτσι, μια αύξηση κατά 0,25% θα ήταν μικρή δεδομένου ότι ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη τον Ιούνιο ήταν τετραπλάσιος σε σχέση με το στόχο του 2%. Υπάρχει και η εκτίμηση ότι σε περίπτωση περιορισμών στη ροή φυσικού αερίου από τη Ρωσία προς την Ευρώπη και των πολιτικών εξελίξεων στην Ιταλία οι αποφάσεις το Σεπτέμβριο για αύξηση κατά 0,5% θα γινόταν σε πιο δύσκολο πολιτικό και μακροοικονομικό περιβάλλον. Η ΕΚΤ πρακτικά κατάργησε το εργαλείο της καθοδήγησης για τα επιτόκια, που είχε εισάγει το 2013 ο Μάριο Ντράγκι. Οι αποφάσεις της θα λαμβάνονται συνεδρίαση-συνεδρίαση ανάλογα με τις εξελίξεις.
Τα «περιστέρια» είχαν να αντιτάξουν μόνο το επιχείρημα απώλειας αξιοπιστίας της ΕΚΤ μετά την ανακοίνωση του Ιουνίου για αύξηση του επιτοκίου κατά 0,25%. Άλλωστε με τα νέα επιτόκια η νομισματική πολιτική παραμένει υποβοηθητική της οικονομίας και όχι περιοριστική. Με τη στάση τους εξασφάλισαν τη λήψη ομόφωνης απόφασης για το νέο εργαλείο διασφάλισης της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής του Transmission Protection Instrument (TPI).
Η ΕΚΤ με αυτό στοχεύει να θέσει υπό έλεγχο τη μεταβλητότητά των επιτοκίων δανεισμού των χωρών της ευρωζώνης. Θα μπορεί να αυξήσει τα επιτόκια χωρίς να κινδυνεύσει μια χώρα – όλοι καταλαβαίνουν ότι το εργαλείο αυτό αφορά την Ιταλία και δευτερευόντως την Ελλάδα – να χάσει την πρόσβαση στις αγορές αν πανικοβληθούν οι επενδυτές.
Οι αποφάσεις της ΕΚΤ δεν προδικάζουν επιτυχία στην επίτευξη του μεσοπρόθεσμου στόχου για τον πληθωρισμό στο βαθμό που αυτός δεν είναι από την πλευρά της ζήτησης αλλά από την πλευρά της προσφοράς. Μια αύξηση των επιτοκίων τους επόμενους μήνες πάνω από το ουδέτερο επιτόκιο ώστε να συρρικνωθεί η ζήτηση στην ευρωζώνη θα οδηγήσει σε ύφεση. Σε αυτό το ενδεχόμενο η ΕΚΤ κινδυνεύει να υποχρεωθεί να επανεξετάσει τη στάση της και να αναστρέψει την πολιτική επιτοκίων όπως το 2008 και το 2011.
Το TPI με τα κριτήρια που το συνοδεύουν για την ενεργοποίηση του και ειδικότερα η δέσμευση ότι μεσοπρόθεσμα δεν θα οδηγήσει σε αύξηση του χαρτοφυλακίου της ΕΚΤ το καθιστά αναποτελεσματικό για μια χώρα με υψηλό δημόσιο χρέος – τόσο σε σχετικούς αλλά και σε απόλυτους όρους – όπως η Ιταλία. Αν η Ιταλία βρεθεί σε αδιέξοδο, τότε η μόνη επιλογή θα είναι η ενεργοποίηση του OMT (Outright Monetary Transactions) που είχε εισάγει το 2012 ο Μάριο Ντράγκι, το οποίο έχει αυστηρότερες όρους για τη χρήση του και αφήνει στίγμα στη χώρα που θα καταφύγει σε αυτό.
Η ΕΚΤ βρίσκεται σε αχαρτογράφητα νερά. Σύντομα θα ελεγχθεί η αποφασιστικότητα της, όπως τον Ιούλιο του 2012. Τότε ο Μάριο Ντράγκι δήλωσε το «whatever it takes» και έπεισε. Τώρα είναι υποχρεωμένη να χρησιμοποιήσει το μόνο εργαλείο που έχει στη διάθεση της για να ελέγξει τον πληθωρισμό διακινδυνεύοντας όμως το ενδεχόμενο να σπρώξει την ευρωζώνη ξανά σε ύφεση. Αυτό θα είναι το τίμημα που θα πληρώσουν οι χώρες της ευρωζώνης επειδή δεν προχώρησε η ολοκλήρωση της ΟΝΕ, η οποία λειτουργεί με 19 εθνικούς προϋπολογισμούς και οργανισμούς έκδοσης χρέους. Τίμημα που αν ξεπεράσει κάποια όρια θα απειλήσει την ευρωζώνη. Αυτή τη φορά όμως δεν θα ευθύνεται ο νότος αλλά η Γερμανία και οι «φειδωλοί» σύμμαχοι της.
Φίλιππος Σαχινίδης, πρώην υπουργός Οικονομικών
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις