Ηρακλής Γερογιώκας

Ο Δήμαρχος την ψώνισε!

Ίδρωνε, η ομιλία έφτανε προς το τέλος της και ο πλούσιος ευτραφής κύριος στις μπροστινές καρέκλες που χασμουριόταν τον αποσυντόνιζε. Τους τα είχε πει όλα, το ξεκίνημα, τη δουλειά στα χωράφια, τα χρόνια της αντίστασης, τότε που πουλούσε κρυφά τον Ριζοσπάστη. Τι άλλο να τους έλεγε. Έπρεπε να τους πείσει ότι Αυτός ήταν ο παντοτινός εκλεκτός.

Μια πορεία μέσα από αμφισβήτηση ως εκείνη την Κυριακή που έσπασε ο διάολος το ποδάρι και έγινε αυτός ο Κυρίαρχος του Σύμπαντος. Φούσκωνε από υπερηφάνεια και ξανά ίδρωνε. Τώρα που διάνυε την έβδομη δεκαετία της ζωής του δεν θα κρατούσε κανένα πρόσχημα. Δεν τον ένοιαζε πια, ήταν στην κορυφή και όλοι οι άλλοι ήταν ανθρωπάκια. Τον θαύμαζαν ή τον φθονούσαν, δεν τον ένοιαζε καθόλου.

Ήταν αργά πια για αυτούς. Αυτός θα έδινε και το δαχτυλίδι, και το επόμενο, και το μεθεπόμενο. Κάπου είχε διαβάσει ότι θα έβγαινε το φάρμακο της αθανασίας, διαθέσιμο μόνο στους ισχυρούς στην αρχή. Σίγουρα θα του το έδιναν.

Μπορεί η Αλεξάνδρεια να έζησε μετά τον Αλέξανδρο, η Κωνσταντινούπολη μετά τον Ιουστινιανό, μπορεί η Ελλάδα να επιβίωσε μετά τον Βαρουφάκη, η Κούβα μετά τον Κάστρο, η ΕΣΣΔ μετά τον Στάλιν. Αυτοί θα πεθαίναν όλοι τους χωρίς αυτόν.

Τους κοίταξε στα μάτια ερευνητικά. Τώρα χασμουριόταν περισσότεροι, μια δεσποινίδα προχωρημένης ηλικίας στις πρώτες θέσεις τον κοιτούσε επίμονα, οι δελφίνοι σιγοψιθύριζαν ένας Θεός ξέρει τι. Έβγαλε το μαντήλι από την τσέπη του σακακιού του, σκούπισε τον ιδρώτα στο μέτωπό του, κοίταξε έναν μετακλητό υπάλληλο στα μάτια και το είπε : «Χωρίς εμένα η Πόλη δεν θα επιβιώσει, χωρίς εμένα δεν υπάρχει αύριο, είμαι ο ένας ο μοναδικός πολίτης, εγώ, είμαι η Αυτού Μεγαλειότης, εγώ ο μεγαλύτερος Δήμαρχος του κόσμου». Χειροκρότησαν. Μάλλον δεν κατάλαβαν τίποτα. Δεν μπορεί να χειροκρότησαν το παραλήρημα.

Πήγε στο σπίτι, τον πήρε ο ύπνος στον καναπέ. Είδε όνειρο τον Ναπολέοντα. «Εσύ θα με περάσεις», του είπε με θλίψη ο Στρατηγός. «Δεν θα πεθάνεις στην εξορία». «Εγώ στην εξορία, εγώ, εγώ;» Φώναζε και γελούσε όλο το βράδυ. Τον κορόιδευε όλο το βράδυ τον Στρατηγό, μάτι δεν έκλεισε, μετά το ίδιο έκανε με τον Μέγα Αλέξανδρο, το ίδιο με τον Ιουστινιανό. Ποιος ξέρει, αν είχε γεννηθεί αλλού, μπορεί να είχε σώσει και την ΕΣΣΔ. Εδώ που τα λέμε, τα έκανε τα λαθάκια του ο Στάλιν.

Την άλλη πρωί πήρε τις εφημερίδες. Μία μόνο που δεν είχε τακτοποιήσει, έγραφε: «Ο Δήμαρχος την ψώνισε».

Το διήγημα είναι μυθοπλασία και ουδεμία σχέση έχει με ανθρώπους και καταστάσεις.

Ο Ηρακλής Γερογιώκας είναι Συντονιστής της Γραμματείας Διεθνών Σχέσεων και Ευρωπαϊκής Ένωσης της Νέας Δημοκρατίας

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις
Ετικέτες