ΛΑΡΙΣΑ

Η πλημμύρα του 1883 στη Λάρισα – Η φοβερή νύχτα που “έπνιξε” τον κάμπο και άφησε πίσω της χαλάσματα

Από την Κωνσταντινιά Πατσή*

Η Λάρισα από την αρχαιότητα είναι χτισμένη δίπλα στον Πηνειό που αποτελεί το γραφικότερο κομμάτι  και σύμβολο της κι  έχει συνδέσει την ιστορία της  με την  συμπεριφορά του. Άλλοτε ήρεμος  καθορίζει  την οικονομική ζωή της πόλης,  ξεδιψά τους κατοίκους  προσφέροντας τους όμορφους χώρους αναψυχής και δροσιάς κι άλλοτε θυμωμένος κατά τη διάρκεια έντονων βροχοπτώσεων πλημμυρίζει  με καταστροφικά για τους ανθρώπους  και τις καλλιέργειες αποτελέσματα. Οι πλημμύρες ήταν ανέκαθεν μια μεγάλη πληγή για τη Λάρισα,  με πολλές από αυτές να έχουν μείνει χαραγμένες στη μνήμη των κατοίκων. Τον 19ο αι. η  πλημμύρα του 1811 κι εκείνη  του 1883 άφησαν το στίγμα τους στην όμορφη αρχόντισσα του θεσσαλικού κάμπου.

Στις 14 Οκτωβρίου του 1883 η θεομηνία που πριν λίγες μέρες είχε χτυπήσει την περιοχή του Αλμυρού ξεσπά και στην Λάρισα κι αφήνει πίσω της (σύμφωνα με τηλεγραφήματα) 300 γκρεμισμένα σπίτια, 20 θύματα κι ανυπολόγιστες ζημιές. Για να σχηματίσουμε μια εικόνα της καταστροφής, αρκεί να αναλογιστούμε ότι στο οίκημα της Νομαρχίας, ένα από τα υψηλότερα οικήματα της πόλης, τα νερά έφτασαν μέχρι το δεύτερο πάτωμα. Μια επιστολή Λαρισαίου προς την εφημερίδα Αιών αναφέρει «Η βροχόπτωση,  που είχε αρχίσει από τη Δευτέρα (10 0κτωβρίου 1883),  κορυφώθηκε την  Παρασκευή και το  Σάββατο. Ο μεγάλος όγκος νερού, που συσσωρεύτηκε από την ραγδαία 48ωρη βροχόπτωση το μεσημέρι του Σαββάτου, 15 Οκτωβρίου 1883, άρχισε να εισρέει  στην πόλη. Ο χείμαρρος που σχηματιζόταν από την ροή των υδάτων  από τους λόφους πάνω από το χωριό Ταουσάν(ι) και περνούσε από τα χωριά Χατζή Χαλάρ και Χασάν Τατάρ πλημμύρισε την πλατεία Παράσχου στα Τουρκομνήματα.  Στις τέσσερις το απόγευμα κατέρρευσε η οικία στην οποία διέμενε ο Θ. Καπρουνίδης και το πανδοχείο Τζαβέλα. Παρ’ όλα αυτά ο κίνδυνος δεν θεωρήθηκε μεγάλος , γι αυτό και οι κάτοικοι του μαχαλά Παράσχου , αν και σιγά σιγά πλημμύριζε, δεν εγκατέλειψαν τα σπίτια τους. Όταν, αργά το απόγευμα, ο κίνδυνος έγινε καταφανής, ήχησε η γενική συνάθροιση και αξιωματικοί και στρατιώτες όρμησαν στο έργο της σωτηρίας.

Από την πλημμύρα του 1883. [Λάρισα – Εικόνες του χθες / έκδοση Δημοτικής Πινακοθήκης Λάρισας – Μουσείου Γ. Ι. Κατσίγρα / Λάρισα 2003]

Αλλά είχε ήδη νυχτώσει…..και δυστυχώς, η νύχτα αυτή ήταν φοβερή, σαν την νύχτα που κάηκε η Κωνσταντινούπολη το 1871.  Οι φωνές εκείνων που απειλούνταν η ζωή  από τα νερά, εκείνων που ζητούσαν βοήθεια, οι πυροβολισμοί τους, οι τρομεροί ήχοι από τους τοίχους που γκρεμίζονταν και από τα σπίτια που κατέρρεαν, η ροή και το βουητό των νερών που εισέβαλαν στην πόλη, ο θόρυβος των κάρων και των ίππων, οι φωνές των γυναικών, όλα αποτελούσαν ένα τρομακτικό σκηνικό, που δεν μπορεί να περιγραφεί. Όλοι ανυπόμονα περίμεναν να ξημερώσει, που κι αυτό αργούσε να συμβεί.  Πέρασαν δώδεκα ώρες αγωνίας, μέχρι να μπορέσουν τα συνεργεία διάσωσης να καταφέρουν να εντοπίσουν εκείνους που βρίσκονταν σε άμεσο κίνδυνο. Ευτυχώς, τα θύματα δεν ήταν πολλά. Αλλά δυστυχώς, οι άστεγοι, οι έχοντες άμεση ανάγκη για βοήθεια ήταν χιλιάδες .

Στο έργο της σωτηρίας διακρίθηκε η Φρουρά, που έδρευε στη Λάρισα, και  το προσωπικό της Αστυνομίας, ιδίως  όμως, διακρίθηκαν οι λίγοι σκαπανείς υπό τις εντολές κάποιου ανθυπολοχαγού. Το πυροβολικό εκτέλεσε το χρέος του αξιέπαινα και γενικά όλοι οι αξιωματικοί, οι λοχαγοί και οι υπάλληλοι πρόσφεραν χωρίς δισταγμό τις υπηρεσίες τους για τη διάσωση των εγκλωβισμένων. Στη σωτηρία των ανθρώπων συντέλεσαν εν μέρει τα κάρα και οι ίπποι, αλλά κυρίως μια λέμβος, η οποία μόλις είχε ναυπηγηθεί για το ποτάμι, στην οποία κυβερνήτης ήταν ένας  δεκανέας του πεζικού.

Καθ όλη τη διάρκεια της νύχτας, η λέμβος- η οποία στ’ αλήθεια πρέπει να ονομαστεί Σωτηρία- επιδέξια  κατευθυνόμενη από τον δεκανέα και λίγους πυροβολητές, διέσωσε πάνω από διακόσιους ναυαγούς.  Από τις γνωστές οικογένειες μεγάλες ζημιές έπαθαν οι οικογένειες του Αραβαντινού, Ζαβιτσάνου, Δαμόρη, Ιωαννίδου, Αστεριάδου, Τραυλού, Βασιλείου, νομάρχου Θεοχάρη, εισαγγελέως Καρύκη, Διδίκα, Γαλάτη, Παπακώστα, Βαμβακά, Αποστολίδου (φωτογράφου), Σκαμβουγέρου,   Τασίμ-βέη, Αρ. Ιατρού, Παπασταύρου, Καλπάκα, Μπουρνουσουσγιάν, Βερνάρδου, Κουβελά, Σκόντρα και Παπαδοπούλου (βουλευτού) και άλλες πολλές, των οποίων τα σπίτια κατέρρευσαν.

Από την πλημμύρα του 1883. [Λάρισα – Εικόνες του χθες / έκδοση Δημοτικής Πινακοθήκης Λάρισας – Μουσείου Γ. Ι. Κατσίγρα / Λάρισα 2003]

Οι τουρκικές συνοικίες, η εβραϊκή, ο τρανός μαχαλάς και το Σουφλάρ δεν έπαθαν μεγάλες ζημιές. Από τις τουρκικές  οικογένειες που κατοικούσαν στον μαχαλά Παράσχου λίγες υπέστησαν καταστροφές. Ο Αρναούτ μαχαλάς υπέστη βλάβη στην περιοχή γύρω από τις γέφυρες και στις όχθες του Πηνειού. Προς βορρά τα νερά, που έμπαιναν στην πόλη από την πύλη των Τρικάλων και της μεταξύ αυτής και της  πύλης των Φαρσάλων τάφρου,  έφτασαν μέχρι το παλαιό Αρχηγείο, το Δικαστήριο και το Πρωτοδικείο. Η Τράπεζα και μερικές οικίες, όπως εκείνη του νομάρχη, του δημάρχου, η οικία του Μαρίνου και του Διδίκα δεν είχαν καταρρεύσει ακόμη. Η οικία στην οποία στεγάζονταν η εισαγγελία των  Πρωτοδικών, ήταν ετοιμόρροπη, οι οικίες του Παπαδοπούλου, του Σταυρίδη και του Γαλάτη καταστράφηκαν, ενώ  οι οικίες του Ριζοπούλου και κάποιες άλλες διέτρεχαν κίνδυνο βέβαιης πτώσης. Η συνοικία Παράσχου, η καλύτερη συνοικία της Λάρισας, ήταν αδύνατον πια να κατοικηθεί για δύο τουλάχιστον χρόνια, αφού κατέστη σωρός ερειπίων.

Από τα χαλάσματα ανασύρθηκαν πέντε πτώματα, τα τρία παιδιά του επιστάτη των εξεταστικών  φυλακών,Ταξιντάρη, τα οποία πνίγηκαν κατά τη διάσωση, όταν το κάρο που τα μετέφερε ανατράπηκε στο μέσον της πλατείας Παράσχου, η Ρόζα, θυγατέρα του νεωκόρου του αγίου Νικολάου, επειδή δεν μπόρεσε να βγει από το σπίτι της κι ένας χωρικός αγνώστων στοιχείων, ο οποίος παρασύρθηκε από τα ορμητικά νερά, την στιγμή ακριβώς που έμπαινε στην πόλη από την πύλη των Τρικάλων. Την Δευτέρα πλημμύρισε ο Πηνειός , αφού τα νερά του υψώθηκαν ένα τέταρτο του μέτρου πάνω από το κεντρικό τόξο της γέφυρα καλύπτοντας αρχικά τον κήπο και την πλατεία της γέφυρας. Στη συνέχεια κάλυψαν τον Πέρα-μαχαλά ακίνδυνα για τους κατοίκους, αφού κανείς δεν έμεινε εκεί. Τα νερά προχώρησαν  πολύ και φαίνεται ότι έφτασαν μέχρι την πεδιάδα του Τυρνάβου. Από τις γύρω περιοχές καταφθάνουν δυσάρεστες ειδήσεις, κι είναι κοινή η διαπίστωση για γενικευμένη καταστροφή».

Η κυβέρνηση διέταξε να γίνει η περίθαλψη των παθόντων με δημόσια δαπάνη και συνέστησε γι αυτόν ακριβώς τον λόγο επιτροπή, η οποία αποτελούνταν από τον νομάρχη, τον αρχηγό του Στρατού, κ. Τσήρο, τον δήμαρχο, τον εισαγγελέα των εφετών, τον πρόεδρο των Πρωτοδικών, τον Γαλίπ εφέντη και τον αρχιραββίνο. Τέλος, ο σεβασμιότατος Μητροπολίτης Λάρισας έθεσε στην διάθεση της κυβέρνησης την μητρόπολη και τα οικήματα της εκκλησίας για να κατοικήσουν οι άστεγοι.

Πηγές

Εφημερίδα, Αιών, 21 Οκτωβρίου 1883, Παρασκευή, Ετος ΜΕ΄, Αριθμ. 4800

Γιώργος Γούσιας, Νεροποντές και πλημμύρες στη Θεσσαλία

Φωτ. Από την πλημμύρα του 1883. [ΛΑΡΙΣΑ – ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΟΥ ΧΘΕΣ / ΕΚΔΟΣΗ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗΣ ΛΑΡΙΣΑΣ – ΜΟΥΣΕΙΟΥ Γ. Ι. ΚΑΤΣΙΓΡΑ / ΛΑΡΙΣΑ 2003] ertnews.gr

* Η Κωνσταντινιά Πατσή είναι Διευθύντρια του ΓΕ.Λ Τυρνάβου. Πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, κάτοχος Μεταπτυχιακού διπλώματος Master of Business Administration (MBA) του Staffordshire University

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις
Ετικέτες