ΛΑΡΙΣΑ

Κώστας ο… πολιτευόμενος: Η ιστορία του Λαρισαίου γαλατέμπορα που έγινε αρχηγός κόμματος και κατέληξε με γραφείο μία παράγκα

Κατά την προπολεμική περίοδο στη Λάρισα κυκλοφορούσαν διάφορα πρόσωπα τα οποία η φύση δεν είχε προικίσει με νουν υγιή. Ήταν ορισμένοι τύποι με οράματα μεγαλομανίας, με κυκλοθυμικές εξάρσεις, με μειωμένη λογική, με αρρωστημένες σκέψεις, αφελείς. Κυκλοφορούσαν καθημερινά στην αγορά της Λάρισας και συνήθως γίνονταν άλλοτε αντικείμενο χλευασμού και άλλοτε αντικείμενο μαζικής ευφορίας.

Την εποχή εκείνη δεν υπήρχε από μέρους του κράτους κάποια κοινωνική παρέμβαση ώστε τα άτομα αυτά να μην αυτογελοιοποιούνται, ούτε και να αποτελούν βορά στις επιθυμίες ορισμένων ατόμων για διασκέδαση, η οποία ουσιαστικά κατέληγε σε διαπόμπευση.

Ένας από τους τύπους αυτούς της Λάρισας ήταν ο Κώστας Τσαντζάλης. Δεν μπορούμε να πούμε ότι στερείτο εντελώς ευφυΐας. Στα μέσα της δεκαετίας του 1910, μαζί με τον αδελφό του Στέργιο, είχε προκόψει επαγγελματικά. Διατηρούσαν γαλακτοκομική επιχείρηση, η οποία συνεχώς αύξανε τα κέρδη της, με αποτέλεσμα να μεταφέρουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα στη Σμύρνη, όταν η περιοχή της Ιωνίας και άλλα τμήματα της Μικράς Ασίας είχαν παραχωρηθεί στο Ελληνικό Βασίλειο. Εκεί δημιούργησαν έναν μεγάλο εισαγωγικό οίκο γαλακτοκομικών προϊόντων. Έκαναν εισαγωγή μεγάλων ποσοτήτων τυριών και βουτύρου από την Ολλανδία και την Ιταλία. Με τα προϊόντα τους κάλυπταν όχι μόνον τη Σμύρνη, αλλά και τη γύρω περιοχή της, με αποτέλεσμα να καταστεί η εταιρεία τους ονομαστή. Λαρισαίοι στρατιώτες οι οποίοι υπηρετούσαν την περίοδο εκείνη στη μεγαλούπολη της Ιωνίας περνούσαν τακτικά από την επιχείρησή τους. Τα αδέλφια Τσαντζάλη τους υποδέχονταν με αγάπη και πολλές φορές η γαλαντομία τους εκδηλωνόταν πλούσια στους συμπατριώτες τους.

Ήλθε όμως η μικρασιατική καταστροφή και για τα αδέλφια συνοδεύτηκε και από οικονομική καταστροφή. Το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων τους το είχαν επενδύσει σε εμπόρευμα του εξωτερικού, το οποίο τελικά χάθηκε γιατί έπεσε στα χέρια των Τούρκων. Επέστρεψαν στη Λάρισα με ελάχιστα χρήματα και προσπάθησαν να αναβιώσουν την παλιά τους επιχείρηση. Για ορισμένα χρόνια προσπάθησαν αρκετά, αλλά παρά την εμπειρία τους η νέα επιχείρηση δεν μπόρεσε να ορθοποδήσει.
Στο σημείο αυτό χάνουμε την πορεία του ενός από τα αδέλφια, του Στέργιου και αρχίζει να γίνεται γνωστός με τον τρόπο του ο Κώστας. Ο τελευταίος δεν έχασε το ηθικό του και αντιμετώπιζε τις αντιξοότητες της ζωής με εγκαρτέρηση. Ντυνόταν πάντοτε κομψά, ακολουθώντας τους κανόνες της μόδας της εποχής για τους άνδρες και στο χέρι του κρατούσε πάντα μπαστούνι. Στις κοινωνικές του εκδηλώσεις ήταν αξιοπρεπής και ποτέ του δεν ζήτησε από κανέναν βοήθεια. Επαγγελματικά, παρά τις μέτριες γραμματικές του γνώσεις έκανε τον δικολάβο[1].

Με την πολιτική άρχισε να ασχολείται έναν περίπου χρόνο πριν γίνουν οι δημοτικές εκλογές τον Αύγουστο του 1929. Μια ομάδα ατόμων με έντονο το αίσθημα του χιούμορ, εκμεταλλευόμενοι τη μεγαλομανία του, παρακίνησαν τον Κώστα Τσαντζάλη να ηγηθεί κόμματος. Την ιδέα είχε συλλάβει ο επιπλοποιός Τζοβανάκης Μικρός, με τη συνεργασία του έμπορου Βασιλείου Βλησσαρίδη, του φαρμακοποιού Φώτη Παπαζήση και του κουρέα Φωκίωνα Μαλιχόβα και μερικών άλλων.
Αυτοί κατάφεραν να κάμψουν τις επιφυλάξεις του και πραγματοποίησαν συγκέντρωση στο κέντρο «Πευκάκια» δίπλα στη γέφυρα το καλοκαίρι του 1928, κατά την οποία ανακοινώθηκε επίσημα το όνομα του νέου κόμματος «Κυανούς Αστήρ» και ο αρχηγός διάβασε την πρώτη προκήρυξή του. Παραδόξως η συγκέντρωση στέφθηκε από μεγάλη επιτυχία, δεν έμεινε αδιάφορη από τον τύπο της εποχής και από τότε όλη του η δραστηριότητα είχε επικεντρωθεί αποκλειστικά στην προετοιμασία του κόμματός του για τις επόμενες δημοτικές εκλογές, τις οποίες διεκδικούσαν ο δήμαρχος Μιχαήλ Σάπκας, με αντίπαλο τον Στυλιανό Αστεριάδη (Πατόφλα).

Μια ομάδα νεαρών σε ηλικία ατόμων, μεταξύ των οποίων ήταν ο Άλκης Χατζηγιάννης φοιτητής τότε, ο έμπορος Βασίλης Καραμπίλιας, ο δικηγόρος Γιάννης Παπαγιάννης, ο Απόστολος Κολτσιδόπουλος και οι δημοσιογράφοι Κώστας Περραιβός και Σταμάτης Δελακώτσος, αποτέλεσαν το προεκλογικό επιτελείο του. Σε μια σύσκεψή τους αποφάσισαν να βρουν τρόπους να αυξήσουν τη δημοτικότητά του, αλλά και να διασκεδάσουν με τις προγραμματικές του δηλώσεις. Σκέφθηκαν λοιπόν ότι έπρεπε να γίνει προεκλογικά η έκδοση εβδομαδιαίας εφημερίδας, από τις στήλες της οποίας ο υποψήφιος δήμαρχος θα ανέπτυσσε το πρόγραμμά του για την πόλη. Τα μέλη του επιτελείου του συγκέντρωσαν ένα ποσόν, το οποίο διέθεσαν για την έκδοση του δημοσιογραφικού οργάνου, στο οποίο έδωσαν τον χιουμοριστικό τίτλο «Μπουρλότο». Η εφημερίδα τυπωνόταν σε ένα μικρό τυπογραφείο των αδελφών Παπαθανασίου, το οποίο βρισκόταν στην αρχή της Στοάς Κουτσίνα από την πλευρά της οδού Πανός. Σε κάθε έκδοσή του η εφημερίδα περιείχε στην πρώτη σελίδα ένα φλογερό και ριζοσπαστικό άρθρο του αρχηγού του κόμματος Τσαντζάλη, γραμμένο φυσικά από τον Κώστα Περραιβό, με διάφορα υπονοούμενα, ανέφερε ειδήσεις από την προεκλογική εκστρατεία του, και περιέγραφε τα οράματά του για την πόλη (Ιχθυοτροφείο και εκτροφείο βατράχων στον Πηνειό με μεταλλικά δίχτυα, λουτρά σε όλες τις συνοικίες, πισίνα στο ποτάμι, και άλλα τραγελαφικά). Επρόκειτο μάλλον περί σατιρικής και όχι προεκλογικής εφημερίδας.

Λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές οι «θαυμαστές» του Τσαντζάλη αποφάσισαν να κάνουν ένα πολιτικό δείπνο, με σκοπό να προσφέρουν στον αρχηγό τους τη δυνατότητα να παρουσιάσουν μια εκδήλωση η οποία θα ήταν ο προπομπός της …εκλογικής επιτυχίας του. Ήταν Αύγουστος του 1929 και μόλις είχε αρχίσει να λειτουργεί το εστιατόριο «Ερμής» σαν επιχείρηση του Δημητρίου Σιμιτσή. Προτιμήθηκε ο κήπος του «Ερμή», γιατί βρισκόταν σε κεντρικό σημείο, κοντά στην πλατεία και το καφενείο «Παράδεισος» όπου συγκεντρώνονταν όλοι όσοι ήθελαν να απολαύσουν τις …πολιτικές αρετές του αρχηγού του κόμματος του «Κυανού Αστέρος». Ο κόσμος που είχε συγκεντρωθεί έξω από τον «Ερμή» ήταν τόσος ώστε διακόπηκε η συγκοινωνία και οι ιαχές ήταν συνεχείς και στεντόρειες. Μετά τα επιδόρπια ο υποψήφιος δήμαρχος εκφώνησε πύρινο λόγο, ο οποίος δεν έγινε κατανοητός γιατί οι άναρθρες κραυγές κάλυπταν τον …ρήτορα. Η βραδιά έκλεισε με εντυπωσιακά βεγγαλικά. Όλα προοιώνιζαν επιτυχία. Αλλά η πραγματικότητα ήταν οδυνηρή όταν μετά από λίγες ημέρες βγήκαν τα αποτελέσματα των εκλογών. Λέγεται ότι πήρε μόνο τρεις σταυρούς.

Από το 1929 που πήρε το πρώτο βάπτισμα στην πολιτική ο Τσαντζάλης δεν ανέκοψε τη δραστηριότητά του. Έτσι τον ξανασυναντούμε και πάλι στις δημοτικές εκλογές του Φεβρουαρίου του 1934. Στις εκλογές αυτές δόθηκε δικαίωμα ψήφου και στις γυναίκες και αυτό τον ικανοποίησε, γιατί πίστευε ότι οι γυναίκες θα τον προτιμούσαν, αφού ήταν ελεύθερος. Σ’ αυτές τις εκλογές ήταν πιο οργανωμένος. Άνοιξε εκλογικό κέντρο, το οποίο στεγάσθηκε στο ισόγειο μιας παλιάς κατοικίας στην οδό Παπακυριαζή, ακριβώς εκεί όπου αργότερα οικοδομήθηκε το μέγαρο του Εμπορικού Επιμελητηρίου. Στις εκλογές αυτές ο Τσαντζάλης δεν διέθετε εφημερίδα για να τον υποστηρίζει. Το «Μπουρλότο» αφού διασκέδασε τον κόσμο κατά την προεκλογική περίοδο του 1929, την επομένη των εκλογών σταμάτησε την κυκλοφορία της. Οι υποστηρικτές του είχαν σταματήσει την επιχορήγηση. Ορισμένες πληροφορίες για τη δραστηριότητα του κόμματος του Κυανού Αστέρος διάβαζε κανείς στις τοπικές εφημερίδες, που ήταν τότε η «Ελευθερία» και ο «Κήρυξ». Την ημέρα της ψηφοφορίας αίσθηση προκάλεσε το γεγονός ότι περισσότερο φανατικές αποδείχθηκαν οι γυναίκες. Η βεβαιότητα της νίκης για τον Τσαντζάλη είχε εδραιωθεί περισσότερο. Όμως μετά την καταμέτρηση των ψήφων ο ενθουσιασμός του αμβλύνθηκε, αλλά δεν το έβαλε κάτω. Έμεινε με την ικανοποίηση ότι αυτήν τη φορά τον προτίμησαν στην κάλπη περισσότεροι από τις προηγούμενες εκλογές.

Κατά την περίοδο της 4ης Αυγούστου και τη δικτατορία του Μεταξά εκλογικές αναμετρήσεις δεν διεξήχθηκαν ούτε εθνικές, ούτε τοπικές. Όμως ο Τσαντζάλης δεν έπαυε να υποστηρίζει τις αρχές του κόμματος, που ήταν ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός και ιδρυτής του. Μετά τον σεισμό του Μαρτίου του 1941 του δόθηκε μια παράγκα στον Λόφο, αφού η κατοικία του είχε καταστραφεί. Σ’ αυτήν κατάφερε να στήσει και ένα μικρό καφενεδάκι για να λύσει το επαγγελματικό του πρόβλημα, μια που δεν μπορούσε πλέον να εξασκήσει το επάγγελμα του δικολάβου. Την παράγκα αυτή τη διατήρησε μέχρι τις δημοτικές εκλογές του 1951, όταν και του χρησίμευσε για πολιτικό γραφείο. Στις εκλογές αυτές παρ’ όλον ότι κατέβηκε για πρώτη φορά με συνδυασμό κολοβό (16 υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι), δεν κατάφερε κα πάλι να εκπληρώσει το όνειρό του. Επανήλθε όμως δριμύτερος πάλι στις εκλογές του 1955 και 1959. Η αισιοδοξία του ήταν ανεξάντλητη.

Εν τω μεταξύ, άγνωστο για ποιον λόγο, είχε καταφέρει να αποκτήσει την εμπιστοσύνη και τη συμπάθεια των Ρομά (τσιγγάνων). Σε κάθε ζωοπανήγυρη ήταν παρών και συνέτασσε τα συμβόλαια για την αγοραπωλησία των ζώων τους φυσικά με το αζημίωτο, τον καλούσαν στα τσαντήρια τους όταν είχαν διαφορές μεταξύ τους, τον συμβουλεύονταν για τα συνοικέσια και με τον χρόνο τον είχαν αναγνωρίσει σαν ένα είδος βασιλιά τους χωρίς στέμμα. Το 1959 έπαθε καρδιακή προσβολή και τον επόμενο χρόνο πέθανε ως νυμφίος ανύμφευτος.

—————————————————
[1]. Δικολάβος είναι το άτομο το οποίο αναλαμβάνει να παρέχει νομικές συμβουλές σε κάποιον ή να τον εκπροσωπήσει ενώπιον ειρηνοδικείων στην έδρα των οποίων δεν υπάρχουν αρκετοί δικηγόροι. Ο νόμος τον χαρακτηρίζει άμισθο δημόσιο λειτουργό, και για να διοριστεί δεν χρειάζεται να διαθέτει πτυχίο Νομικής. Είναι ένα επάγγελμα που έχει εξαφανιστεί λόγω του πληθωρισμού που χαρακτηρίζει το δικηγορικό επάγγελμα σήμερα.

Toυ Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου / nikapap@hotmail.com / Πηγή: Εφημερίδα Ελευθερία Λάρισας

Ακολουθήστε το onlarissa.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις
Ετικέτες