ΛΑΡΙΣΑΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΟ
Οι δύο εκδοχές για το Τυρναβίτικο Καρναβάλι, το μπουρανί και τους φαλλούς: Οι απαγορεύσεις, τα άσεμνα τραγούδια και οι τελετουργίες (φωτο)

Το θέμα έπρεπε να είναι αποκριάτικο. Να συνάδει με το κλίμα των ημερών – αν κι αυτό έχει πολλά σκαμπανεβάσματα τελευταία, αλλά δεν είναι του παρόντος. Προσωπικά δεν είμαι ιδιαίτερα φαν των Απόκρεων, αλλά αποφάσισα να το δω σαν πρόκληση· ένα προσωπικό challenge. Να γράψεις για κάτι που δεν σου πολύ αρέσει, που δεν σε πολύ ενδιαφέρει. Σαν να ήμουν σε διαγωνισμό debate και ήμουν στην ομάδα που έπρεπε να επιχειρηματολογήσει υπέρ μιας θέσης που δεν ασπάζομαι.
Μετά σκέφτηκα να κάνω την πρόκληση μεγαλύτερη.
Να γράψω για το καρναβάλι του Τυρνάβου, το μπουρανί και τους φαλλούς.

Δεν έχω πάει ποτέ. Κι ας είναι δίπλα. Όχι τόσο από άποψη, αλλά από αδιαφορία. Δεν ένιωσα ποτέ την έλξη, ούτε την περιέργεια. Δεν έχω πάει ούτε οικογενειακώς στα 80s, 90s που τα τυρναβίτικα αποκριάτικα έθιμα αναβιώσαν, καθιερώθηκαν, κυριάρχησαν και έγιναν γνωστά στο πανελλήνιο. Πώς να με τρέχουν κοριτσάκι πράμα μέσα στους φαλλούς; Μάλλον αυτό θα σκέφτηκαν οι γονείς μου. Βέβαια, με είχαν πάει σε παράσταση του Αριστοφάνη με τον Θύμιο Καρακατσάνη που φορούσε μαζί με τους λοιπούς ηθοποιούς εκείνη την υπόλευκη ή μήπως υποκίτρινη φανελένια ολόσωμη φόρμα, που παρέπεμπε σε γυμνό σώμα, στην οποία ήταν ραμμένοι τεράστιοι υφασμάτινοι φαλλοί οι οποίοι κρέμονταν, κουνιόντουσαν, και παίζαν σημαντικό δραματουργικό και σκηνοθετικό ρόλο. Αλλά εκεί ήταν, θέατρο· ήταν Αριστοφάνης, είχε επίπεδο κουλτούρας, πολιτισμού, αισθητικής. Ενώ οι φαλλοί στον Τύρναβο τι επίπεδο είχαν;
Δεν τους έχω ρωτήσει ποτέ, οπότε τα παραπάνω είναι μια δική μου εικασία τώρα που γράφω το παρόν και μπήκα στη διαδικασία να έχω τέτοιους προβληματισμούς.
Τώρα που το επεξεργάζομαι καταλήγω πως μάλλον αυτό που δεν με έλκει στις Απόκριες είναι η έλλειψη αισθητικής, ομοιογένειας, αρμονίας. Υπάρχει πάρα πολύς «θόρυβος» με όλε τις πολύχρωμες, αυτοσχέδιες ή μη, με φθηνά υλικά στολές.
Και το Καρναβάλι του Τυρνάβου έχει πολύ τέτοιο «θόρυβο». Και μια υπερβολή. Σαν να εγκλωβίστηκε στον ψευδοαντισυντηριτισμό που προκαλεί και καλά τα χρηστά ήθη και στο κιτς της δεκαετίας του ΄80 και του ΄90.
Έτσι νόμιζα.
Ή μήπως όχι και πλανώμαι πλάνην οικτράν εγκλωβισμένη σε δικά μου κόμπλεξ και στερεότυπα;

Της Εύης Μποτσαροπούλου
Μιας και το πήρα σαν πρόκληση, διάβασα και έψαξα αρκετά. Αναγκαστικά. Αρχικά συναντούσα τα γνωστά για το μπουρανί, τους φαλλούς, το γαιτανάκι, το πώς αργότερα ενσωματώθηκε η πομπή με άρματα και πεζοπόρα πληρώματα, το πώς είναι ένα έθιμο με απροσπέλαστες ρίζες στο χρόνο – κρατά από τις διονυσιακές τελετές στις οποίες η λατρεία, και κυρίως η λιτανεία-περιφορά του φαλλού ήταν σύμβολο γονιμότητας και αναπόσπαστο μέρος των τελετών για την εξασφάλιση της ευκαρπίας και ευγονίας – και ότι συνδέεται με την αρχή της Άνοιξης, τη γονιμότητα και τη βλάστηση.
«Σε γενικές γραμμές», διάβαζα, «δεν υπάρχουν καταγραφές για το Καρναβάλι του Τυρνάβου, παρά μόνο αναφορές σε κάποια σκόρπια κείμενα». Είναι όντως αλήθεια. Τα πρώτα στοιχεία για την τέλεση του εμφανίζονται το 1898, με την ίδρυση του Πολιτιστικού και Αθλητικού Συλλόγου «Ανάπλασις» για την οποία πρωτοστάτησαν οι εκπαιδευτικοί του Τυρνάβου. Το ενδιαφέρον μου αρχίζει να μεγαλώνει…
Ο Αχιλλέας Τζάρτζανος (φιλόλογος- γλωσσολόγος) αναφέρει για το σύλλογο «Ανάπλασις» τα εξής (Πατμαλή Χ 2016, σελ 8):
«[…] ενώ εμείς οι ντόπιοι δάσκαλοι δεν είχαμε πού να βάλουμε τότε το κεφάλι μας και πώς να οικονομήσουμε τις ανάγκες των σπιτιών και των σχολείων μας, που ήταν κατάγυμνα από σκεύη και όργανα, κι ενώ οι μητέρες και οι γυναίκες μας δεν είχαν ούτε πλαστήρι, για να πλάσουν μια πίτα, εμείς οι παιδοπλάστες αποφασίσαμε ν’ αναπλάσουμε κοινωνικά τον Τύρναβο! Και, χωρίς ούτε μια λέξη γραφτή να σύρουμε είτε για τους σκοπούς μας, είτε για τα μέσα της επιτυχίας, ή να τυπώσουμε καταστατικά και να προβούμε σε εκλογές διοικητικών συμβούλων, ιδρύσαμε το σύλλογο της «Αναπλάσεως» προφορικά και «βλέποντας και κάνοντας» (Πρακτικά Διημερίδας 2016, σελ. 55).
Αυτά τα στοιχεία τα ήξερα και δεν τα ήξερα. Όσο έψαχνα, τόσο γοητευόμουν.
Ανακεφαλαιώνω, το «μπουρανί» και οι καρναβαλικές εκδηλώσεις στον Τύρναβο εντοπίζονται το 1898. Υπάρχει βέβαια καταγραφή του εθίμου από τον Γάλλο περιηγητή Λέον Εζέ το 1858 την οποία παραθέτω εδώ σε μετάφραση Βασιλείου Χατζηαντωνίου.
Για την προέλευση του υπάρχουν δύο εκδοχές. Η πρώτη εκδοχή αναφέρει πως το έθιμο έχει βαθιές ρίζες στις Διονύσιες τελετές, τα Θεσμοφόρια, τα Αφροδίσια, τα Θαργήλια. Η δεύτερη ότι προέρχεται από Αρβανίτες που εγκαταστάθηκαν στον Τύρναβο γύρω στο 1770, λίγο πριν τα Ορλωφικά.
Διαβάζοντας για το πώς ήταν η πόλη του Τυρνάβου, ο χώρος μέσα στον οποίο αναπτύχθηκε και λειτούργησε αυτό το έθιμο, τους τελευταίους 4 αιώνες, σε δημοσίευμα με τίτλο «Αγροτική Αποκριά» στο φύλλο της Κυριακής 1ης Μαρτίου 1998 της εφημερίδας «Η Καθημερινή – Επτά Μέρες» και συγκεκριμένα ότι «Όλες οι μαρτυρίες μιλούν για ένα αστικό κέντρο με 4.000 – 6.000 σπίτια, με προξενεία ξένων χωρών – Ραγούζας (σημ. Ντουμπρόβνικ), Γερμανίας, Γαλλίας, κ.λπ. – με τα μεγαλύτερα σε παραγωγή υφαντουργεία της Θεσσαλίας, με ανθηρή οικονομία, πολλές εξαγωγές και με μεγάλες εκτάσεις περιβολιών και αμπελιών. Σταθμός στην εξέλιξη της πόλης υπήρξε: Στα 1812-13 μια επιδημία πανώλης που ερήμωσε τον Τύρναβο καθώς και την ευρύτερη περιοχή του κάτω Ολύμπου. Εκεί έκλεισε και η μεγάλη παράδοση των υφαντουργείων και των βαφείων, αφήνοντας μια πόλη έρημη από ανθρώπους. Η ανάκαμψη άρχισε αργά υποβοηθούμενη από την προσέλευση των τσελιγκάτων της κεντρικής και Νότιας Πίνδου λόγω του πολύ καλού κλίματος της περιοχής. Η πόλη από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα παρουσίαζε μια πολυπολιτισμική εικόνα στην οποία συνέθεταν ήθη, έθιμα και ενδυμασίες των αυτοχθόνων, των Βλάχων και των Αρβανιτόβλαχων, των Χασιωτών και των Αγραφιωτών και άλλων», καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η εγκατάσταση των Αρβανιτών έπαιξε σημαντικό ρόλο.

Οι Τυρναβίτες, γεωργοί κατά κύριο λόγο, διατήρησαν αυτό το έθιμο και το διαφύλαξαν παρά τις απαγορεύσεις που δέχτηκε κατά περιόδους (δικτατορία Μεταξά και Συνταγματαρχών, Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος), όπως αναφέρεται στην επίσημη ιστοσελίδα του Τυρναβίτικου Καρναβαλιού:
«Κάθε χρόνο, την Καθαρά Δευτέρα κατέφθαναν στο ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία οι μπουρανίτες σε πομπή, άναβαν φωτιά και ετοίμαζαν το «μπουρανί», μια αλάδωτη χορτόσουπα από τα πρώτα χόρτα της άνοιξης με λίγο ξύδι για να τα νοστιμίζει. Αυτή την πρόσφεραν στους «μυημένους» και πίνοντας κρασί ή ένα γαλακτόχρουν κράμα ούζου ή τσίπουρου με νερό, άρχιζε ο χορός και τα τραγούδια, οι αστεϊσμοί και τα πειράγματα με άσεμνες βασικά εκφράσεις. Ο «Αρχιμπουρανίτης» εκλεγόταν από τους παρευρισκόμενους, στόλιζε το κεφάλι του με μια ταινία που συγκρατούσε έναν πήλινο φαλλό και ξεκινούσε πρώτος το χορό. Οι υπόλοιποι με μουτζουρωμένα από καπνιά πρόσωπα, τραγουδούσαν και χόρευαν. Στη μέση στεκόταν ο «Κάβουκας», μασκαρεμένος φορώντας στη μέση του ζώνη από κουδούνια και φαλλικά ομοιώματα. Πολλοί από τους άντρες που συμμετείχαν κρατούσαν στα χέρια τους φαλλούς, σαν σκήπτρα κατασκευασμένα από ξύλο ή πηλό ή ακόμα και από ψωμί και που αποτελούσαν το κυριότερο τελετουργικό σύμβολο».
Στην ιστορική παράδοση στο έθιμο συμμετείχαν μόνο άνδρες. Από την δεκαετία του 1970 σταμάτησε το «μπουρανί» να είναι έθιμο των ανδρών μόνο. Πολλές γυναίκες άρχισαν να συμμετέχουν ενεργά σε όλα τα τελετουργικά μέχρι και τις μέρες μας και η δεκαετία του 1980 είναι αυτή κατά την οποία το Τυρναβίτικο Καρναβάλι και το Μπουρανί αναβίωσε και πήρε το δρόμο του.

Πολύ σημαντικές πληροφορίες παίρνουμε από το δημοσίευμα με τίτλο «Αγροτική Αποκριά» στο φύλλο της Κυριακής 1ης Μαρτίου 1998 της εφημερίδας «Η Καθημερινή – Επτά Μέρες» στο οποίο αναφερθήκαμε και ανωτέρω:
«Σύμφωνα με παλαιότερη αναφορά, σε άρθρο του Αχ. Τζάρτζανου (στα Θεσσαλικά Χρονικά του 1931, τόμος β΄, σελ. 63) «τα βράδια της εβδομάδας των Απόκρεων έξω σε μικρές πλατείες και σταυροδρόμια συγκεντρώνονταν – μόνον άνδρες – “μπαχτσεβανάροι” (κηπουροί και “ζευγιτάδες”) έπιναν και μεθούσαν τραγουδώντας άσεμνα τραγούδια “κατά κανόνα βωμολοχικά” είτε χορεύοντας γύρω γύρω από τη φωτιά (“μπαμπαργιά”) είτε καθισμένοι γύρω απ’ αυτή… Αυτών οι αποκριάτικες διασκεδάσεις βαστούσαν την Καθαρή Δευτέρα, οπότε προ μεσημβρίας, άναβαν πάλι φωτιά στο μέσο της πλατείας ή του σταυροδρομίου, έστηναν πάνω της μεγάλη πυρκαγιά και επάνω σ’ αυτή, μέσα σ’ ένα μεγάλο τέντζερη ή τσουκάλι, έφκειαναν της Καθαρής Δευτέρας το φαγητό που το έλεγαν “Μπουρανί”. Ήταν μια χορτόσουπα αλάδωτη από σπανάκι με λίγο ρύζι μέσα και λίγο ξύδι, για να νοστιμίσει».
Όσο λοιπόν το μπουρανί μαγειρευόταν, η παρέα έπινε και τραγουδούσε διάφορα άσεμνα κατά το πλείστον τραγούδια, ενώ χόρευε συνήθως, αρχίζοντας πάντα με το τραγούδι:
«Σταματίσιτι να ιδούμι / πχοιο τραγούδι θελ΄ να πούμι / Τα΄κιαρατά του μπουρανί / κιαρατάδες τόφκειαναν / μασκαράδες το τότρουγαν».
Δεν χανόταν βέβαια καμιά ευκαιρία για πειράγματα μεταξύ των παρέων ή των διερχομένων. Κι όταν το μπουρανί ήταν έτοιμο, μετακόμιζαν οι παρέες προς την κοίτη του Ξηριά (Τιταρήσιου) όπου συνέχιζαν το μεθοκόπι και τα ακόλουθα πειράγματα. Όποιος τέλος μεθούσε πολύ, τον ανέβαζαν ανάποδα σ’ ένα γαϊδούρι και τον έχριζαν βασιλιά της αποκριάς, τον περιέφεραν στην αγορά του Τυρνάβου όπου τα πειράγματα με τις σεξουαλικές αναφορές δίναν κι έπαιρναν».
Αυτά περίπου έζησε ο Αχ. Τζάρτζανος από τα παιδικά του ακόμα χρόνια στον Τύρναβο μέχρι το 1885». (…)

Ως προς την εξέλιξη των αρχαίων τελετουργιών αναφέρεται στο ίδιο κείμενο ότι «Είναι γεγονός όμως πως οι αντίστοιχες αρχαιοελληνικές τελετουργίες, άμεσα σχετιζόμενες με την παλιότερη λατρεία του Διόνυσου, και οι αντίστοιχες ρωμαϊκές φθάνουν στο Βυζάντιο, όπου τίθενται υπό την αυστηρή κριτική της Χριστιανικής Εκκλησίας. Οικουμενικές Σύνοδοι εξέδωσαν κανόνες με τους οποίους περιορίζουν την παντοδυναμία αυτών των παραδοσιακών τελετουργιών και τις απέκλειαν από τους ναούς, στα προαύλια αυτών, στο ύπαιθρο ή σε απομακρυσμένα ξωκλήσια. Από την εποχή των Παλαιολόγων, στη λήξη της Αποκριάς συγχωνεύτηκαν τα Συμπόσια – βακχική εορτή, την οποία ονόμασαν επί το λατινικότερον «κούλουμα» και δεν θα ήταν υπερβολή αν υποθέταμε πως στον Τύρναβο ονομάσθηκαν Μπουρανί. (…)

Το Μπουρανί γνώρισε κατά τον τελευταίο αιώνα διώξεις από τις δικτατορίες του Ι. Μεταξά και των Απριλιανών Συνταγματαρχών. Και οι δύο απαγόρευσαν τη δημόσια εμφάνιση των φαλλικών συμβόλων, το άσεμνα τραγούδια καθώς και κάθε σχετική εκδήλωση. Ο ζηλωτής των απριλιανών, αστυνομικός Μπαθρελός, σακάτεψε αρκετούς Τυρναβίτες στο ξύλο προκειμένου να «επιστρέψουν στα ελληνοχριστιανικά ιδεώδη» θεωρώντας ο αφελής το Μπουρανί βαρβαρική προφανώς γιορτή. Είναι άξιο μελέτης, πάντως, το γεγονός της αποστροφής που ένιωθαν προς κάθε τι το φαλλικό οι δικτάτορες.
Ωστόσο, γύρω στα μέσα του ’60 οι Μπουρανίδες ανακάμψαντες από τα δεινά των συγκρούσεων των προηγούμενων δεκαετιών ξαναβγήκαν στις πλατείες και τα σταυροδρόμια με τα καζάνια για το μπουρανί. Ήταν η εποχή όπου μια άλλη συντεχνία του Τυρνάβου, αυτή των Αμαξοκαραγωγέων, στους οποίους ανήκε εθιμικά το ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία, φθίνοντας ως επάγγελμα, άρχισαν να μην μπορούν να συντηρούν το ναό ή να αντεπεξέρχονται στις διάφορες εθιμικές υποχρεώσεις τους. Εκείνοι για την ενίσχυση του ναού είχαν το χορευτικό με το «γαϊτανάκι», το οποίο έπλεκαν και ξέπλεκαν οι χορευτές κατά τη διάρκεια ενός πολύπλοκου χορού, και το οποίο συγκρότημα χόρευε σε δημόσιες εμφανίσεις, λίγο μετά τα Χριστούγεννα, στα Φώτα, του Αϊ-Γιάννη και του Αγ. Αθανασίου. Το συγκρότημα συνόδευαν ο Καβούκας και η Αράπισσα, δύο απειλητικές φυσιογνωμίες ντυμένες με προβιές παντού και οπλισμένοι με μαγκούρα για να επιβάλουν την τάξη και να αποθώσουν το πλήθος από το συγκρότημα των χορευτών.
Οι χορευτές, δώδεκα στο σύνολο άνδρες, οι έξι ντυμένοι άνδρες και οι άλλοι έξι γυναίκες, χόρευαν γύρω από έναν πάσσαλο (πολλοί τον ταυτίζουν με φαλλό) που στον ουσία μόνται 12 κορδέλες. Κάθε χορευτής κρατώντας την κορδέλα του χορευτή το χορό (συνήθως μπεράτι) και στριφογυρνώντας γύρω από τους πλάινούς του συντρόφους πλέκει την κορδέλα με τις άλλες. Αυτή η τελετουργία δεν άργησε να υιοθετηθεί από τους μπουρανήδες, οι οποίοι οργανώθηκαν σε σύλλογο με το όνομα «Γαϊτανάκι» κι ανέλαβαν αυτοί τις υποχρεώσεις της εκκλησίας του Προφήτη Ηλία κι έκτοτε συμπορευόμενοι ιερουργούν με τις φαλλικές τους επικλήσεις.
Με κάμποσες βέβαια παραλλαγές, το έθιμο συνεχίζει ακόμα να γνωρίζει τη συμμετοχή αρκετών επισκεπτών και φυσικά των ντόπιων, χωρίς βεβαίως να αποκλείονται και οι εξαιρέσεις. Υπάρχουν οικογένειες που δυσφορούν ή φεύγουν αυτή την ημέρα προκειμένου να απέχουν από ένα έθιμο με αρκετά στοιχεία ακολασίας».

Ο Βαγγέλης Χριστοδούλου, 77 ετών (τότε), αγγειοπλάστης, κατασκευαστής των πήλινων φαλλικών ομοιωμάτων θυμάται, στο ίδιο πάντα κείμενο, την επίσκεψη του Θ. Βελουδίου (του πρωτοπόρου αεροπόρου, λαογράφου, συνθέτη, ηθοποιού) και του Β. Γαβαλά (δεν κατάφερα να καταλήξω σε ποιον αναφέρεται) στον Τύρναβο τη δεκαετία του ’50, και τα πειράγματα που δέχτηκαν από τους μπουρανήδες.
«Τους υποχρέωσαν να πιουν κρασί από κούφιο φαλλό που είχαν γι’ αυτή τη χρήση. Τους υποχρέωσαν επίσης να ανακατέψουν το Μπουρανί στο καζάνι και έτσι οι εν κραιπάλη μπουρανήδες βρήκαν την ευκαιρία και τους «χούφτωναν». Γυναίκα δεν κυκλοφορούσε στο δρόμο από τα πειράγματα και τις χειρονομίες. Βέβαια είχαν κι αυτές τη δική τους μέρα των Αγίων Σαράντα, που μαζεύονταν μόνες τους σε σπίτια και έτρωγαν τα Σαραντόπιτα. Στο Μπουρανί όμως δεν έβγαιναν έξω».
Ο Γ. Πλατής, χρόνια πρόεδρος του Συλλόγου, ο οποίος αποχώρησε εθελούσια επειδή άρχισε το έθιμο να συγκεντρώνει και το γυναικείο πληθυσμό αναπολεί «τις μέρες παντοδυναμίας του ανδρικού γλεντιού με τα ατελείωτα πειράγματα, τι ακόλαστες χειρονομίες, το μασκάρεμά και το πασάλειμμα των περαστικών καπνιά, ακόμα και το «χάσκα» στην ταβέρνα του Π. Μπρέζα. Το «χάσκα» είναι παιχνίδι στο οποίο ο ένας παίκτης κράτα ένα μακρύ ξύλο σηκωμένο. Στη μία άκρη του ξύλου ήταν δεμένος με σπάγκο ένας φαλλός, του οποίου η βάλανός ήταν γεμάτη με γιαούρτι. Ο παίκτης έπρεπε να αρπάξει το φαλλό με το στόμα, πράγμα πολύ δύσκολο λόγω του μεγέθους του φαλλού αλλά και λόγω του ότι αυτός που κρατούσε το ξύλο το κούναγε, με αποτέλεσμα ο φαλλός να προσκρούει σε διάφορα σημεία του προσώπου του παίκτη, γεμίζοντας τον γιαούρτι»!
Δεν γίνεται να μην γίνει αναφορά σε αυτό το αφιέρωμα στα τραγούδια των Μπουρανήδων στις ταβέρνες και στα καπηλειά της πόλης, τα οποία είναι γεμάτα ευθείες αναφορές και όχι υπονοούμενα, το διάχυτο κέφι και τα πειράγματα, την απομυθοποίηση των ιερών και απαγορευμένων της κοινωνίας…
ΤΙΣ ΜΕΓΑΛ’Σ ΑΠΟΥΚΡΙΕΣ
Τις Μιγάλ’ς Απουκριές,
πού ανάβουν οι φωτιές,
και ζητούν να βρούν ψωλές,
για να σβήσουν τις φωτιές,
άναψε και η Χριστίνα,
που ‘χ’ να γαμηθεί έναν μήνα,
άναψε και η Μαρία
κι έχει μιάν ανησυχία,
άναψε κι η Παναγιώτα,
κακκαρίζει σαν την κότα
κι ανιβαίνει-κατιβαίνει
και την πούτσα δεν χουρταίνει.
Μπρέ-μπρέ-μπρέ το μπουρρανί
και της Χαλάτσαινας το μνι.
Τις Μεγάλ’ς Αποκρηές
σηκώνονται οι ψωλές ορθές
Και την Καθαρή Δευτέρα
σκώνουν τά μουνιά παντιέρα
Και την καθαρή Τρίτη
πέφτει ο πούτσος σπάει την μύτη.
Την καθάρια την Τετάρτη
πιάσ’ ετούτη, ‘κείνη πάρ’ τη,
και την καθαρή την Πέφτη
σκώνετ’ ο πούτσος και δεν πέφτει.
Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή
χρόνια πολλά και καλή Σαρακοστή!
Αι, άι, το μπουρρανί και της κυρά
μαμής μας το μνι.
Μέσα κοιλιά-όξω κοιλιά, με υγεία
και χαρά!
ΕΝΑ ΜΟΥΝΙ ΠΑΙΝΕΥΤΗΚΕ
Ένα μουνί παινεύτηκε σ’ Ανατολή
και Δύση
πώς δεν ευρέθη πούτσαρος να πάει
να το γαμήσει.
Κι ο πούτσος μου που τ’ άκουσε,
πολύ του κακοφάνη,
βάζει στ’ αρχίδια του φτερά και
τρέχει και το φτάνει.
«Εσύ, βρέ ‘σύ παλιόμουνο, τι
έχεις και παινιέσαι;
Στον κόσμο πού γεννήθηκες, πρέπει
για να γαμιέσαι».

ΨΑΛΜΟΣ
(Το τραγούδι αυτό έχει και αναπαραστατικό δρώμενο. Οι άνδρες
τραγουδούν και οι γυναίκες δείχνουν το σημείο του σώματος ή την στάση που
αναφέρεται στον στίχο τους, ο οποίος πολλές φορές είναι και αυτοσχεδιαστικός,
ανάλογα με τις περιπτώσεις)
Σώσον Κύριε τον λαόν σου
Δείξε μας, κυρά μου, τον αφαλόν
σου.
Και ευλόγησον την κληρονομίαν σου
Δείξε μας και την κοιλίαν σου.
Και το σόν φυλάττον
με τά πόδια ανω-κάτω.
Διά του σταυρού σου πολίτευμα
Δείξε μας το καβαλλίκευμα.
Νίκας τοίς βασιλεύσι
Ποίος πρώτος θα σε καβαλλικεύσει;
Κατά βαρβάρων δωρούμενος
Ο βαρβάτος ηγούμενος.

*Φωτογραφία εξωφύλλου: Νίκος Κόκκας
Ελάτε στην ομάδα μας στο viber για να ενημερώνεστε πρώτοι για τις σημαντικότερες ειδήσεις